Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου εξέδωσε μια σημαντική απόφαση για χρηματική αποζημίωση της οικογένειας, αναγνωρίζοντας τη βαθιά ψυχική οδύνη και τον αξεπέραστο πόνο που βιώνουν οι γονείς της δολοφονημένης Ελένης.
Με την οικογένεια της Ελένης, να δηλώνει πως τα χρήματα θα δοθούν για να προστατευτούν οι γυναίκες “η οικογένεια της Ελένης επιθυμεί να το χρησιμοποιήσει αυτούσιο στον αγώνα κατά των γυναικοκτονιών”.
Οι ενάγοντες, δηλαδή οι γονείς της Ελένης Τοπαλούδη, ο κύριος Ιωάννης Τοπαλούδης και η κυρία Κυριακή Αρμουτίδου, ο αδελφός της, η γιαγιά της και άλλοι συγγενείς, είχαν προσφύγει στο αστικό δικαστήριο διεκδικώντας αποζημιώσεις για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν, με το δικαστήριο να αναγνωρίζει όσα φρικτά βίωσαν. Μια απόφαση σημαντική η οποία δικαιώνει ηθικά, σε έναν βαθμό, την οικογένεια της Ελένης Τοπαλούδη χαρακτηρίζει ο δικηγόρος της οικογένειας Ευάγγελος Γκιουγκής.
Η αποζημίωση είναι ύψους 905.000 ευρώ. Στην αγωγή μέσα, αναφέρετε η πρωτοφανή βιαιότητα των πράξεων, το δόλο και τη μεθοδικότητα με την οποία οι δράστες προσπάθησαν να αποκρύψουν τις εγκληματικές τους ενέργειες. Ειδικότερα, ο πατέρας του ενός δράστη καταγγέλθηκε από τους γονείς της Ελένης για απόπειρα συγκάλυψης των πράξεων του γιου του, ενώ ο πατέρας του Αλβανού δράστη, ότι δεν είχε λάβει τα απαραίτητα μέτρα αποτροπής των παραβατικών ενεργειών του γιου του.
Όσο αφορά τον Ροδίτη καταδικασθέντα και τον πατέρα του, το δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή δεν είχε επιδοθεί νομότυπα. Απορρίφθηκε επίσης και η αγωγή ως προς τον πατέρα του αλβανικού δράστη.
Το δικαστήριο έκρινε πως ο Αλβανός δράστης που βίασε και δολοφόνησε την Ελένη, θα καταβάλει τα εξής ποσά:
- 240.000 ευρώ στον πατέρα, Ιωάννη Τοπαλούδη
- 240.000 ευρώ στη μητέρα, Κυριακή Αρμουτίδου
- 200.000 ευρώ στον αδελφό της
- 100.000 ευρώ στη γιαγιά της
- 100.000 ευρώ στους κληρονόμους του παππού της
- 25.000 ευρώ σε καθέναν από τους θείους της.
Με την οικογένεια της Ελένης να μη θέλει να λάβει τα χρήματα και να δηλώνει πως “η οικογένεια της Ελένης επιθυμεί να το χρησιμοποιήσει αυτούσιο ( το ποσό) στον αγώνα κατά των γυναικοκτονιών”.